Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Εὐπόλιδι — Εὔπολις abounding in cities fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σακ(κ)ίας — ὁ, Α (ενν. οἶνος) (κατά τον Πολύδ.) «ὁ διυλισμένος καὶ σακτὸς οἶνος παρ Εὐπόλιδι». [ΕΤΥΜΟΛ. < σάκ(κ)ος + επίθημα ίας (πρβλ. σαπρ ίας)] … Dictionary of Greek